Γάγγρα

Γάγγρα
Αρχαία πόλη του Πόντου (Παφλαγονίας), που ήταν χτισμένη στον παραπόταμο του Άλι Ταντλί-σου και σε απόσταση 100 χλμ. ΒΑ της Άγκυρας. Κυριεύτηκε διαδοχικά από τον βασιλιά των Λυδών Κροίσο (6ος αι. π.Χ.), τον Κύρο τον Μεγάλο και τον Μέγα Αλέξανδρο (4oς αι. π.Χ.). Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, την κατέλαβαν ο Αντίγονος, ο Λυσίμαχος και ο Σέλευκος. Το 121 π.Χ. ενσωματώθηκε στο βασίλειο του Πόντου και το 63 π.Χ. αποτέλεσε ρωμαϊκή επαρχία, ώσπου περιήλθε στην εξουσία των Βυζαντινών και αργότερα (14oς αι.) των Τούρκων. Σήμερα ονομάζεται ΚάγκαριΤσάγκρι και επικοινωνεί με τον Εύξεινο Πόντο με αμαξιτό δρόμο, που περνά από την Κασταμονή και καταλήγει στην Ινέμπολη. Από εκκλησιαστική άποψη, η Γ. κατέχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή αποτελούσε στην περίοδο του Βυζαντίου το εκκλησιαστικό κέντρο των πόλεων της Μικράς Ασίας. Η ονομασία της είχε συνδεθεί με την ομώνυμη εκκλησιαστική σύνοδο που πραγματοποιήθηκε εκεί το 358 και η οποία καταδίκασε τους οπαδούς του Ευσταθίου, επισκόπου Σεβαστείας, που αποδοκίμαζε το μυστήριο του γάμου και απαγόρευε την κρεοφαγία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • GANGRA — urbs Archiep. Paphlagoniae. Dicunt vett. τὰ Γάγγρα et ἡ Γάγγρα, ut Steph. annotat. Volunt quidam dictam sic fuisse a capta quadam, quae Gangra vocaretur. Alii linguâ Henetorum, et paphlagonum γάγγραν tradunt quamvis capram appellari: unde putat… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Διόσκορος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Δ. ή Διοσκορίδης. Καταγόταν από τη Σμύρνη και μαρτύρησε με αποκεφαλισμό. Η μνήμη του τιμάται στις 11 Μαΐου. 2. Συγκλητικός που καταγόταν από την Κυνόπολη (Καΐδος). Μαρτύρησε στα χρόνια του… …   Dictionary of Greek

  • γάγγραινα — Νέκρωση ποικίλης έκτασης μιας περιοχής του σώματος, που παρουσιάζει επιπλοκή από την εγκατάσταση μικροβίων. Διακρίνεται σε γ. ξηρή και υγρή. Η πρώτη εμφανίζεται στα άκρα και οφείλεται στην παρεμπόδιση της τοπικής αιμάτωσης εξαιτίας της… …   Dictionary of Greek

  • καλλίνικος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε με ξίφος μαζί με τη Βασίλισσα, η οποία στους Συναξαριστές και στα Μηναία αναφέρεται ως Καλλινίκη. Η μνήμη του τιμάται στις 22 Μαρτίου. 2. Καταγόταν από την Κιλικία. Μαρτύρησε στη Γάγγρα,… …   Dictionary of Greek

  • Γεννάδιος — I Όνομα πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως. 1. Γ. Α’ (; – 471 μ.Χ.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (458 471), που διαδέχτηκε στον πατριαρχικό θρόνο τον Ανατόλιο και είναι γνωστός κυρίως από την άκαμπτη στάση που επέδειξε στην αντιμετώπιση του… …   Dictionary of Greek

  • ГАНГРЫ — [Гангра; греч. Γάγγρα, Γάγγραι; совр. Чанкыры, Турция], г. в бассейне р. Галис (Кызылырмак) в Анатолии, историческая обл. Пафлагония. Наиболее ранние сведения о Г. содержатся у Страбона (Geogr. XII 3. 41) и относятся к рубежу III II вв. до Р. Х …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”